Συλλογές | |
---|---|
Τίτλος |
Στρατηγική διεθνοποίησης των Ελληνικών και Κυπριακών τραπεζών 1903-2006 |
Δημιουργός |
Γανταδάκης, Νικόλαος |
Συντελεστής |
Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Μάρκετινγκ και Επικοινωνίας Παπαδάκης, Βασίλειος Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων |
Τύπος |
Text |
Φυσική περιγραφή |
233σ. |
Γλώσσα |
el |
Περίληψη |
H παρούσα έρευνα αποσκοπεί στην ανάλυση και αξιολόγηση των στρατηγικών που έχουν υιοθετήσει οι ελληνικές και κυπριακές τράπεζες στην προσπάθεια τους να εισέλθουν και να εδραιωθούν στις διεθνείς αγορές. Όσο αφορά το χρονικό ορίζοντα της έρευνας, περιλαμβάνεται όλο το φάσμα των σταδίων διεθνοποίησης των εν λόγω τραπεζών από τις αρχές του 20ου αιώνα μέχρι και σήμερα. Το μελετώμενο δείγμα αφορά το σύνολο των τραπεζών σε Ελλάδα και Κύπρο που έχουν διεθνοποιηθεί ανεξαρτήτως του εύρους των αγορών στις οποίες είναι παρούσες και του βαθμού εμπλοκής σε αυτές.Η μέθοδος που κρίθηκε δόκιμη για την παρούσα έρευνα, είναι η παρουσίαση μελετών περιπτώσεων, αφού πρόκειται για ένα θέμα με ιδιαίτερο βάθος, το οποίο γνωρίζουν λίγα και σημαντικά στελέχη και επομένως μόνο με συνεντεύξεις θα ήταν δυνατό να δοθούν οι απαραίτητες πληροφορίες που θα προσέθεταν νέα και ενδιαφέροντα στοιχεία πάνω στις στρατηγικές διεθνοποίησης των ελληνικών και κυπριακών τραπεζών. Η πρωτογενής έρευνα υποστηρίχθηκε από δευτερογενή δεδομένα τα οποία συνέθεσαν την εικόνα της διεθνοποίησης των δύο τραπεζικών κλάδων της Ελλάδας και της Κύπρου.Από τα αποτελέσματα της έρευνας προκύπτει, ότι η διεθνοποίηση και των δύο κλάδων έχει αλλάξει δραματικά σε σχέση με παλαιότερες περιόδους. Οι ελληνικές και κυπριακές τράπεζες έχουν μπει σε μία νέα φάση διεθνών επεκτάσεων έχοντας υιοθετήσει πιο επιθετική και δυναμική στρατηγική και επιδιώκοντας ολοένα και μεγαλύτερες αποδόσεις. Η εν λόγω φάση αφορά τη χρονική περίοδο 1995-2006 κατά τη διάρκεια της οποίας οι ελληνικές τράπεζες εξαπλώθηκαν στις αγορές της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και της Ανατολικής Μεσογείου και οι κυπριακές ξεκίνησαν να διεισδύουν δυναμικά στην αγορά της Ελλάδας. Η ένταση της διεθνοποίησης των μελετώμενων τραπεζών δεν θυμίζει σε καμία περίπτωση τις αρχικές επεκτάσεις των ελληνικών τραπεζών τις περιόδους 1903-1939 και 1939-1985 και των κυπριακών την περίοδο 1955-1995, στις χώρες της Ελληνικής και Κυπριακής Διασποράς.Οι μελετώμενες τράπεζες πέρα από τις αγορές της Ν. Α. Ευρώπης έχουν επεκταθεί και στις αγορές της Β. Αμερικής, της Ν. Αφρικής, της Δυτικής Ευρώπης και της Αυστραλίας. Το παρεχόμενο εύρος των υπηρεσιών στις εκάστοτε αγορές διαφέρει ανάλογα τη στρατηγική, τους στόχους και το μέγεθος της κάθε τράπεζας. Όσο αφορά το βαθμό εμπλοκής στις αγορές παρατηρούμε ότι τράπεζες με δυναμική στρατηγική και μεγάλη κεφαλαιακή επάρκεια επιλέγουν μεγαλύτερο βαθμό εμπλοκής.Το συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι οι ελληνικές τράπεζες υπερέχουν έναντι των κυπριακών τόσο στο βαθμό εμπλοκής τους στις αγορές όσο και στο εύρος των υπηρεσιών που παρέχουν. Η διεθνής στρατηγική αναλύθηκε σε επίπεδο εταιρικό, ανταγωνισμού και λειτουργιών ενώ έγινε αναφορά και στη στρατηγική απόφαση για την είσοδο πριν τους ανταγωνιστές.Σχετικά με τη στρατηγική ανταγωνισμού, τα συμπεράσματα που προκύπτουν είναι ότι οι ελληνικές τράπεζες που επέλεξαν στρατηγική διαφοροποίησης κατάφεραν να επικρατήσουν αγορές σε μεγαλύτερο βαθμό σε σχέση με τις υπόλοιπες που εφάρμοσαν ηγεσία κόστους, ενώ οι κυπριακές τράπεζες εφαρμόζοντας την υβριδική στρατηγική πέτυχαν να διεισδύσουν σε ικανοποιητικό βαθμό στην ελληνική αγορά και να αυξήσουν σημαντικά την κερδοφορία τους.Σχετικά με την εταιρική στρατηγική, τόσο οι ελληνικές όσο και κυπριακές εφαρμόζουν ή σκοπεύουν να εφαρμόσουν την παγκόσμια στρατηγική επιδιώκοντας τη μείωση τους κόστους και τη δημιουργία ενιαίου και ομοιομόρφου δικτύου. Ένα άλλο κοινό σημείο είναι ότι οι εν λόγω τράπεζες καθυστέρησαν να εισέλθουν στις αγορές σε σχέση με τις ξένες τράπεζες. Οι συγκεκριμένες τράπεζες αποτελούν την πραγματική απειλή για τη διεθνοποίηση των ελληνικών και κυπριακών τραπεζών καθώς διαθέτουν μεγαλύτερη τεχνογνωσία και κεφαλαιακή επάρκεια. Σημαντική ενότητα της διπλωματικής είναι η εξέταση των μεθόδων διείσδυσης των τραπεζών στις αγορές. Παρατηρείται ότι, οι ελληνικές τράπεζες εισέρχονται στις αγορές κυρίως με εξαγορές, ενώ οι κυπριακές επιλέγουν κυρίως τη δημιουργία νέας τράπεζας ή υποκαταστημάτων. Παράλληλα, παρατίθενται οι παράγοντες που επηρεάζουν τη μέθοδο διείσδυσης όπως το μέγεθος της τράπεζας, η δομή της αγοράς και η χρονική στιγμή εισόδου.Επιπρόσθετα, υπάρχει αναφορά στις στρατηγικές συμμαχίες που έχουν συνάψει οι μελετώμενες τράπεζες με τράπεζες του εξωτερικού, ενώ γίνεται και μια ενδιαφέρουσα σύγκριση απόψεων σχετικά με το πώς βλέπουν οι ελληνικές τράπεζες τις κυπριακές και αντίστροφα.Όσο αφορά τη διεθνή αρχιτεκτονική των τραπεζών θα λέγαμε, ότι παρατηρήθηκε ένας πλουραλισμός στις οργανωτικές δομές και στο στυλ διοίκησης που εφαρμόζουν οι τράπεζες. Μικρός αριθμός ελληνικών τραπεζών και σχεδόν όλες οι κυπριακές τράπεζες έχουν υιοθετήσει πιο συγκεντρωτικό μηχανισμό λήψης αποφάσεων ενώ οι υπόλοιπες τράπεζες επέλεξαν περισσότερο αποκεντρωμένες μορφές διοίκησης. Η ίδια κατάσταση αποτυπώνεται και στην πολιτική επάνδρωσης της ανώτατης διοίκησης, καθώς παρατηρούμε ότι οι κυπριακές τράπεζες και σημαντικός αριθμός ελληνικών τραπεζών εφαρμόζουν εθνοκεντρική πολιτική ενώ οι υπόλοιπες έχουν υιοθετήσει την πολυκεντρική πολιτική.Παράλληλα, οι μελετώμενες τράπεζες επέλεξαν κυρίως τη γεωγραφική οργανωτική δομή χωρίς να απουσιάζουν και άλλες οργανωτικές δομές όπως η δομή κατά προϊόν/υπηρεσία, το τμήμα διεθνών δραστηριοτήτων και η παγκόσμια μήτρα-matrix. Το συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι η οργανωτική δομή της πλειοψηφίας των ελληνικών και κυπριακών τραπεζών συμβαδίζει με την εξέλιξη της διεθνοποίησης τους.Επίσης, γίνεται αναφορά στα λάθη που διέπραξαν οι τράπεζες και τα αδύναμα σημεία τους στην πορεία της διεθνούς επέκτασης τους. Το σημαντικότερο στρατηγικό λάθος πέρα από την καθυστερημένη είσοδο στις αγορές που έχει προαναφερθεί, είναι οι επιλογές αγορών οι οποίες δεν προσέφεραν ικανοποιητικές αποδόσεις, ενώ οι κυριότερες αδυναμίες των τραπεζών είναι το λειτουργικό κόστος και η έλλειψη της κατάλληλης τεχνογνωσίας. Θα πρέπει να αναφερθεί και η ξεχωριστή περίπτωση των κυπριακών τραπεζών οι οποίες αντιμετώπισαν προβλήματα λόγω της γρήγορης διαδικασίας διείσδυσης στην αγορά της Ελλάδας.Μετά την παρουσίαση των αποτελεσμάτων παρατίθενται συγκεκριμένες προτάσεις σχετικά με τη διεθνοποίηση των τραπεζών. Οι κυριότερες προτάσεις αφορούν τη δημιουργία ενός κοινού μετώπου μεταξύ των ελληνικών και κυπριακών τραπεζών και την αναδιαμόρφωση τόσο της διεθνούς εταιρικής στρατηγικής όσο και της διεθνούς ανταγωνιστικής στρατηγικής. Επίσης, προτείνεται η αναδιοργάνωση του διεθνούς συστήματος διοίκησης, η αναδιάρθρωση του διεθνούς συστήματος οργάνωσης και τέλος η αναθεώρηση των επιλογών σχετικά με τις μεθόδους εισόδου στις αγορές.Στο τελικό πόρισμα εμπεριέχονται τα συμπεράσματα της παρούσας έρευνας βάσει των στοιχείων της διεθνούς στρατηγικής των τραπεζών. Τα κυριότερα συμπεράσματα είναι ότι η διεθνής πορεία των τραπεζών δεν ακολούθησε πιστά την εξέλιξη που υπαγορεύεται από τη θεωρία και ότι η κοινή καταγωγή των τραπεζών έπαιξε σημαντικό ρόλο στις αποφάσεις σε θέματα διεθνούς επέκτασης. Παράλληλα, το μέγεθος ως παράγοντας επέδρασε στο εύρος της εξάπλωσης αλλά η κουλτούρα της εκάστοτε τράπεζας είχε καταλυτική επιρροή στις επιλογές σχετικά με τη διοίκηση και τη στρατηγική. Τέλος, σημαντική μεταβλητή αποτέλεσε η χρονική στιγμή είσοδου σε σχέση με την επιλογή της μεθόδου εισόδου. |
Λέξη κλειδί |
Διεθνική επιχείρηση Τράπεζα Τραπεζική πολιτική Τραπεζικό σύστημα Διεθνής ανταγωνισμός Θυγατρική εταιρεία Δειγματοληψία |
Ημερομηνία έκδοσης |
2006 |
Άδεια χρήσης |
https://creativecommons.org/licenses/by/4.0/ |