Abstract : | Η αγορά των τηλεπικοινωνιών στην Ελλάδα αποτελεί έναν κλάδο ο οποίος έχει να παρουσιάσει υψηλό ρυθμό ανάπτυξης και συνολικό τζίρο ο οποίος αποτελεί σεβαστό ποσοστό του ΑΕΠ. Η συγκεκριμένη αγορά το 2001 με την απελευθέρωση των σταθερών επικοινωνιών (είχε προηγηθεί η απελευθέρωση των κινητών επικοινωνιών) πέρασε σε ένα στάδιο όπου η δομή της αγοράς σταδιακά άλλαξε. Στην αγορά της σταθερής πέρα από τον ΟΤΕ ο οποίος αποτελούσε τον μοναδικό πάροχο, προστέθηκαν εναλλακτικοί πάροχοι στην αγορά των κλήσεων, των οποίων το μερίδιο αν και με αργούς ρυθμούς, αυξάνεται. Στην αγορά της πρόσβασης ο ΟΤΕ εξακολουθεί να αποτελεί τον κυρίαρχο πάροχο. Η απελευθέρωση έκανε επιτακτική την ανάγκη για ρύθμιση της αγοράς. Ο ρόλος αυτός αποδόθηκε στην Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ) η οποία έχει ως ευθύνη την ρύθμιση των αγορών και των υπο-αγορών στην Ελληνική αγορά τηλεπικοινωνιών. Η ΕΕΤΤ συνεργάζεται στενά με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τις Εθνικές Ρυθμιστικές αρχές των άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το βασικό μέλη μα της ΕΕΤΤ το οποίο προσπαθεί να εφαρμόσει μέσω της ρύθμισης είναι η ένταση του ανταγωνισμού στην εν’ λόγω αγορά και η μεγιστοποίηση της κοινωνικής ευημερίας. Το μέχρι τώρα έργο της ΕΕΤΤ έχει να επιδείξει θετικά σημεία στη γενικότερη διαμόρφωση της αγοράς αλλά και στην μείωση των τιμών σε θέματα της αρμοδιότητάς της με την επιβολή κοστοστρεφούς τιμολόγησης στα τέλη τερματισμού κλήσεων. Η βασική πρόκληση που αντιμετωπίζει αυτή την περίοδο η ΕΕΤΤ είναι η επιτυχής μετάβαση στον νέο κανονιστικό πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες. Η Ελλάδα λόγω της καθυστερημένης ενσωμάτωσης της σχετικής Οδηγίες στην Εθνική Νομοθεσία, ενδεχομένως να παραπεμφθεί στο Ευρωπαϊκό δικαστήριο. Το σχετικό σχέδιο νόμου που είχε κατατεθεί για δημόσια διαβούλευση αναμένεται να ψηφιστεί, εντούτοις η ΕΕΤΤ έχει διατυπώσει κάποια σχόλια όσον αφορά τα όρια των αρμοδιοτήτων της που προβλέπονται στο σχέδιο νόμου. Στον αντίποδα της ρύθμισης που επιβάλλεται από την ΕΕΤΤ και της έντασης του ανταγωνισμού που επιχειρείται να καλλιεργηθεί από τη Ρυθμιστική Αρχή, οι εταιρίες τηλεπικοινωνιών έχουν ως μέλημα να μεγιστοποιήσουν το κέρδος τους. Στην κατεύθυνση αυτή φαίνεται πως η αγορά της Κινητής σε σχέση με την αντίστοιχη της Σταθερής διαθέτει σε μεγαλύτερο βαθμό τόσο την δομή όσο και τις πρακτικές εκείνες που θα της επιτρέψουν να προχωρήσουν πιο εύκολα στη μεγιστοποίηση του κέρδους από την αγορά της σταθερής. Πιο συγκεκριμένα φαίνεται πως η αγορά της κινητής διαθέτει αφενός σε πιο έντονο βαθμό εκείνα τα χαρακτηριστικά της αγοράς τα οποία μπορούν να επιτρέψουν σύμπραξη των εταιριών που συμμετέχουν στην αγορά για την μεγιστοποίηση του κέρδους ενώ αφετέρου χρησιμοποιεί σε μεγαλύτερο εύρος και ένταση σε σχέση με την αγορά της σταθερής τις στρατηγικές τιμολόγησης που επιτρέπουν τη μείωση του πλεονάσματος του καταναλωτή. Στην επιβολή της τελικής τιμής από τις εταιρίες που δραστηριοποιούνται στο χώρο, σημαντικό ρόλο παίζουν τα τέλη τερματισμού κλήσης. Η διασύνδεση και ο τερματισμός κλήσης αναφέρονται στη δυνατότητα που δίνεται στους συνδρομητές μίας εταιρίας να καλούν συνδρομητές μιας άλλης εταιρίας. Σύμφωνα με σχετικά στοιχεία τα τέλη τερματισμού κλήσης στην Ελλάδα είναι πολύ αυξημένα σε σχέση με τον μέσο όρο των υπολοίπων κρατών μελών. Η ΕΕΤΤ έχει προχωρήσει στην επιβολή κοστοστρεφούς τιμολόγησης αναφορικά με τον τερματισμό κλήσεων στον ΟΤΕ προκειμένου να διευκολύνει την δραστηριοποίηση των εναλλακτικών και να εντείνει τον ανταγωνισμό. Η ρυθμιζόμενη τιμή όμως στα τέλη τερματισμού στην αγορά της σταθερής, οδήγησε σε ασυμμετρίες όσον αφορά την διαπραγματευτική ικανότητα για την τιμή τερματισμού κλήσεων με τους παρόχους κινητής. Για τον λόγο αυτό η ΕΕΤΤ επεξεργάστηκε ένα μοντέλο κοστοστρεφούς τιμολόγησης των τελών τερματισμού και για τις εταιρίες κινητής το οποίο βασίζεται σε μία σταδιακή πορεία (glide path) σε βάθος χρόνου δεκαοκτώ μηνών. Η μέχρι τώρα δυναμική που έχει αναπτυχθεί στην Ελληνική αγορά τηλεπικοινωνιών, σύμφωνα και με σχετικές αναλύσεις που έχουν δημοσιευτεί στον τύπο, δείχνει πως θα υπάρξουν σημαντικές ανακατατάξεις στην αγορά. Ο αριθμός τόσο των κινητών όσο και των σταθερών παροχών αναμένεται να μειωθεί, ενώ οι τεχνολογικές εξελίξεις αναμένεται να οδηγήσουν σε σύγκλιση των δύο αγορών. Στο πλαίσιο αυτό η λειτουργία της Ρυθμιστικής Αρχής θα πρέπει να ενδυναμωθεί προκειμένου να αντεπεξέλθει αποτελεσματικά στον υπό διαμόρφωση τηλεπικοινωνιακό χάρτη της χώρας.
|
---|