Abstract : | Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να εξετάσει και ποσοτικοποιήσει την επιρροή των γνωστικών προκαταλήψεων στους επενδυτές. Στο θεωρητικό μέρος δίνονται οι ορισμοί και παρουσιάζεται μια ολοκληρωμένη ανασκόπηση των πιο συχνά παρατηρούμενων γνωστικών προκαταλήψεων. Οι προκαταλήψεις επεξηγούνται και κατηγοριοποιούνται για τη σαφέστερη κατανόηση των μηχανισμών και επιπτώσεών τους.Στη συνέχεια, γίνεται αναφορά στη σχετική αρθρογραφία γύρω από τις γνωστικές προκαταλήψεις που έχουν συσχετιστεί περισσότερο με την επενδυτική συμπεριφορά.Το εμπειρικό μέρος της εργασίας βασίστηκε στην έρευνα των Kariofyllas, Philippas, Siriopoulos (2016).Συγκεκριμένα γίνεται αναπαραγωγή της πρώτης υπόθεσης της έρευνας η οποία επιχειρεί να επιβεβαιώσει τη γνωστική προκατάληψη της αντιπροσωπευτικότητας. Σύμφωνα με την έρευνα, οι εταιρείες θα βιώσουν αντιστροφή στις αποδόσεις τους έπειτα από μια μεγάλη περίοδο εξαιρετικών επιδόσεων, λόγω της αντιπροσωπευτικότητας.Τα δεδομένα που επιλέχθηκαν ήταν τα οικονομικά στοιχεία εισηγμένων εταιρειών στο χρηματιστήριο του Λονδίνου με σκοπό να καταταχθούν σε χαρτοφυλάκια βάσει της απόδοσης (growth) συγκεκριμένων οικονομικών δεικτών.Η απόδοση εξετάζεται μέσα σε συγκεκριμένες χρονικές περιόδους. Σε κάθε περίοδο θα ταξινομηθούν οι μετοχές σε 5 ισόποσα μέρη, ανάλογα με την απόδοση των δεικτών που αναφέρθηκαν. Οι εταιρείες με τη μεγαλύτερη απόδοση που ανήκουν στο top 20% ονομάζονται winners (ή high growth), ενώ εκείνες με τη μικρότερη απόδοση που ανήκουν στο bottom 20% ονομάζονται losers (ή low growth). Στη συνέχεια υπολογίζεται η μέση απόδοση του κάθε χαρτοφυλακίου για κάθε έτος από την οποία στη συνέχεια αφαιρείται το επιτόκιο μηδενικού κινδύνου οι υπερβάλλουσες αποδόσεις.Ακόμη, υπολογίζεται και η απόδοση προσαρμοσμένη στον κίνδυνο (risk-adjusted return) χρησιμοποιώντας το μοντέλο CAPM (Single Factor), το μοντέλο τριών παραγόντων (Fama – French Model) και των τεσσάρων παραγόντων (Carhart Four-Factor Model).Στόχος είναι να υπολογιστεί η διαφορά των σταθερών (alphas) μεταξύ των χαρτοφυλακίων winners και losers της κάθε περιόδου με τη μέθοδο του OLS.Η υπόθεση της έρευνας επιβεβαιώνεται όταν η διαφορά είναι αρνητική. This paper examines the influence of cognitive biases on investment behavior, focusing on representativeness bias. The first section defines and categorizes frequently observed cognitive biases, providing a comprehensive overview of their mechanisms and impacts on decision-making. A review of relevant literature highlights biases most associated with investor behavior.The empirical section replicates the study by Kariofyllas, Philippas, and Siriopoulos (2016) to test the hypothesis that representativeness bias causes a reversal in returns after periods of strong performance. Financial data from companies listed on the London Stock Exchange were analyzed, with firms classified into quintile portfolios based on key performance indicators over specified time periods. Companies in the top 20% of performance were categorized as "winners" (high growth), while those in the bottom 20% were labeled "losers" (low growth). Annual average returns for each portfolio were calculated, with adjustments for excess returns and risk-free rates.Risk-adjusted returns were assessed using the CAPM (Single-Factor), Fama–French (Three-Factor), and Carhart (Four-Factor) models, with OLS applied to estimate alphas (constants) for each period. The research hypothesis is confirmed if the alpha difference between winners and losers is negative, signaling a return reversal following exceptional performance.
|
---|