Abstract : | Ο Νόμος 3016/2002 αποτελεί τις πρώτες θεσμοθετημένες αρχές εταιρικής διακυβέρνησης στο Ελληνικό περιβάλλον και επιβάλλει για πρώτη φορά σε όλες τις εισηγμένες επιχειρήσεις την υιοθέτηση δύο βασικών μηχανισμών εταιρικής διακυβέρνησης: τη συμμετοχή ανεξάρτητων μη εκτελεστικών μελών στο ΔΣ και την οργάνωση ενός ανεξάρτητου τμήματος εσωτερικού ελέγχου. Η υιοθέτηση αυτών των μηχανισμών είχε ως αποτέλεσμα τη βελτίωση του τρόπου με τον οποίο οι ελληνικές επιχειρήσεις διοικούνται και ελέγχονται. Παρατηρείται ότι η υιοθέτηση του Νόμου 3016/2002 οδηγεί σε αύξηση της ποιότητας του εξωτερικού ελέγχου, η οποία προέρχεται από την ενίσχυση της ανεξαρτησίας και όχι της ικανότητας των ελεγκτών. Συγκεκριμένα, φαίνεται ότι οι ελεγκτές επιδεικνύουν περισσότερη ανεξαρτησία κατά τη διατύπωση γνώμης στην έκθεση ελέγχου (αύξηση αριθμού παρατηρήσεων) και παράλληλα οι επιχειρήσεις απαιτούν υψηλότερης ποιότητας εξωτερικό έλεγχο (αύξηση πιθανότητας ο ελεγκτής να αλλάξει για λόγους ανεξαρτησίας, αύξηση πιθανότητας η επιχείρηση να επιλέξει έναν BIG4 ελεγκτή). Αντίθετα, αν και η ελεγκτική αμοιβή αυξάνεται από την περίοδο πριν στην περίοδο μετά την υιοθέτηση του Νόμου 3016/2002, οι ελεγκτές δεν φαίνεται να αφιερώνουν περισσότερες ώρες στην ανάθεση ελέγχου. Συνδυαστικά τα ευρήματα αυτά υποδηλώνουν ότι η αύξηση της αμοιβής ελέγχου από την περίοδο πριν στην περίοδο μετά την υιοθέτηση του Νόμου 3016/2002 είναι το αποτέλεσμα της ενίσχυσης της ανεξαρτησίας των ελεγκτών. Παράλληλα, παρατηρείται αύξηση του πλούτου των μετόχων για τις επιχειρήσεις μεγάλης κεφαλαιοποίησης και ενίσχυση της αξιοπιστίας της χρηματοοικονομικής πληροφόρησης για τις επιχειρήσεις μικρής κεφαλαιοποίησης.
|
---|