Abstract : | Η διαχείριση του χαρτοφυλακίου αποτελεί πεδίο ιδιαίτερου ενδιαφέροντος για τους επενδυτές και τους ερευνητές. Η βελτιστοποίησή του εστιάζει στην εκτίμηση των βέλτιστων βαρών επένδυσης σε διάφορα περιουσιακά στοιχεία. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με την ταυτόχρονη μεγιστοποίηση των αναμενόμενων αποδόσεων και της ελαχιστοποίησης του ρίσκου. Επιπλέον, λόγω της αβεβαιότητας που επικρατεί στην χρηματιστηριακή αγορά, η πρόβλεψη των αποδόσεων των περιουσιακών στοιχείων είναι καθοριστική. Σύμφωνα με την ποσοτική προσέγγιση, η ανάπτυξη ενός μοντέλου με ακριβείς προβλέψεις είναι κρίσιμη για την επίτευξη αυτού του σκοπού.Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η ανάλυση της επίδρασης του επιπέδου εμπιστοσύνης των προβλέψεων στην κατασκευή ενός βέλτιστου χαρτοφυλακίου. Ο υπολογισμός των βαρών των περιουσιακών στοιχείων επιτυγχάνεται μέσω δύο προσεγγίσεων: βάσει της σημειακής πρόβλεψης της απόδοσής τους (Point Forecast) και βάσει του άνω ορίου της πρόβλεψης διαστήματος απόδοσής τους (Upper Bound Interval Forecast). Η εργασία, επίσης, εστιάζει στην ανάλυση της ευαισθησίας των αποτελεσμάτων των μοντέλων πρόβλεψης σχετικά με τον ορίζοντα αναθεώρησης του χαρτοφυλακίου. Ως ορίζοντες αναθεώρησης έχουν οριστεί οι 10, 20 και 30 ημέρες, ενώ μελετώνται τρία χαρτοφυλάκια των 3, 10 και 28 περιουσιακών στοιχείων.Τα κυριότερα συμπεράσματα που προκύπτουν σχετικά με τις δύο προσεγγίσεις της εργασίας είναι πως σε όρους απόδοσης, αποτελεσματικότερη προσέγγιση είναι τα διαστήματα εμπιστοσύνης, εξίσου και σε όρους κινδύνου και αναλογίας απόδοσης- ρίσκου. Επιπλέον, οι βέλτιστες αποδόσεις των χαρτοφυλακίων μεταβάλλονται εντονότερα σε μεγαλύτερους ορίζοντες επανεπένδυσης, ωστόσο σε μικρότερους παραμένουν σε παρόμοια επίπεδα. Διαπιστώνεται, επίσης, ότι το μέγεθος του χαρτοφυλακίου σχετίζεται αρνητικά με την μεταβλητότητα και τον επενδυτικό κίνδυνο, καθώς και ότι οι αποδόσεις των μεθόδων συμπίπτουν σημαντικά και τα κέρδη δεν οφείλονται σε τυχαιότητα. Τέλος, τα μοντέλα με διάστημα εμπιστοσύνης υπερτερούν του δείκτη S&P 500, ωστόσο ο δείκτης εμφανίζει την χαμηλότερη τυπική απόκλιση και την βέλτιστη αναλογία απόδοσης-ρίσκου. Portfolio management is a field of particular interest for investors and researchers. Portfolio optimization focuses on estimating the optimal investment weights on various assets. This can be achieved by simultaneously maximizing expected returns and minimizing risk. In addition, due to uncertainty that prevails in the stock market, forecasting asset returns becomes crucial. According to the quantitative approach, developing an accurate forecasting model vital to achieving this goal.The purpose of this thesis is to analyze the effect of the confidence level of forecasts on the construction of an optimal portfolio. The calculation of assets’ weights is achieved through two approaches: by either estimating the Point Forecast of their returns or by computing the respective Upper Bound Forecast Interval. The results are analyzed in terms of sensitivity based on the selected reinvestment horizon. Reinvestment horizons have been set equal to 10, 20 and 30 days, while three portfolios of 3, 10 and 28 assets are considered.The main findings that emerge regarding the two approaches of the analysis are that in terms of performance, the most effective approach is the confidence interval, equally in terms of risk and return-risk ratio. In addition, optimal portfolio returns fluctuate more strongly over larger reinvestment horizons but remain at similar levels at smaller ones. It is also found that the size of the portfolio is negatively related to volatility and investment risk, as well as that the returns on the methods coincide significantly and the profits are not due to chance. Finally, the models with confidence intervals are superior to the S&P 500 index, however the index shows the lowest standard deviation and the optimal return-risk ratio.
|
---|