Περίληψη : | Διπλωματική εργασία - Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. ΜΠΣ, Τμήμα Στατιστικής (part-time) Η οδηγία Solvency II είναι ένα νέο κανονιστικό πλαίσιο για την Ευρωπαϊκή ασφαλιστική βιομηχανία που υιοθετεί μία πιο δυναμική προσέγγιση βάσει κινδύνου και εφαρμόζει ένα πλαίσιο μη μηδενικής ανεπάρκειας, δηλαδή υπάρχει 0,5% πιθανότητα αποτυχίας. Ένας από τους κύριους στόχους του Solvency II είναι να συμβάλλει στην επίτευξη των στόχων της ΕΕ για το σχέδιο δράσης χρηματοοικονομικών υπηρεσιών (FSAP) με την ενθάρρυνση μιας ενοποιημένης αγοράς ασφαλιστικών υπηρεσιών που θα επιτρέπει στις εταιρείες της ΕΕ να λειτουργούν με μία μόνο άδεια σε οποιοδήποτε κράτος μέλος. Αυτό θα γίνει με την εισαγωγή ενός ενιαίου νομικού πλαισίου προληπτικής εποπτείας για όλες τις ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές εταιρείες που λειτουργούν στην ΕΕ. Η οδηγία θα συνεισφέρει στη μεγιστοποίηση της εναρμόνισης και θα είναι σύμφωνη με τις αρχές που χρησιμοποιούνται στην τραπεζική εποπτεία. Αυτή η νέα προσέγγιση της ενιαίας αγοράς βασίζεται στις οικονομικές αρχές οι οποίες μετρούν τα περιουσιακά στοιχεία (ενεργητικό) και τις υποχρεώσεις (παθητικό) με σκοπό την κατάλληλη ευθυγράμμιση των κινδύνων με τα διαθέσιμα κεφάλαια για την προστασία των ασφαλισμένων.Παρόμοια με το σκεπτικό της Βασιλείας ΙΙ, το νέο πλαίσιο έχει τεθεί σε εφαρμογή εν μέρει, ως αποτέλεσμα της προηγούμενης αναταραχής στην αγορά, η οποία ανέδειξε αδυναμίες του συστήματος και ανανέωσε την ευαισθητοποίηση σχετικά με την ανάγκη εκσυγχρονισμού των προτύπων της βιομηχανίας και τη βελτίωση των τεχνικών διαχείρισης κινδύνων. Ως αποτέλεσμα, το Solvency II προβλέπει τη δημιουργία νέου συνόλου κεφαλαιακών απαιτήσεων, τεχνικών αποτίμησης και διακυβέρνησης και προτύπων αναφοράς τα οποία θα αντικαταστήσουν τις υπάρχουσες καιVIIIξεπερασμένες απαιτήσεις του Solvency I. Ειδικότερα, το νέο καθεστώς έχει ως στόχο την εναρμόνιση των κανονισμών σε όλη την ΕΕ, αντικαθιστώντας με ένα ενιαίο καθεστώς, το αποσπασματικό σύστημα σύμφωνα με το οποίο διαφορετικές χώρες έχουν εφαρμόσει τους κανόνες του Solvency I με διαφορετικούς τρόπους, ειδικότερα για εποπτεία ομίλων.Επιπλέον, οι αλλαγές στις κεφαλαιακές απαιτήσεις θα επιφέρουν μία καλύτερη αντανάκλαση ενός ατομικού προφίλ κινδύνου της ασφαλιστικής εταιρείας και θα πρέπει να ενθαρρυνθούν περισσότερες ασφαλιστικές εταιρείες να αναπτύξουν τα δικά τους εσωτερικά μοντέλα για τον καθορισμό των κεφαλαιακών απαιτήσεων φερεγγυότητας (SCR), τη στιγμή που πολλές μικρότερες εταιρείες είναι πιο πιθανό να επιλέξουν την τυποποιημένη μέθοδο για τον υπολογισμό του SCR. Αυτό είναι πιθανό να οδηγήσει σε ανάγκη εποπτείας για τις ασφαλιστικές εταιρείες ώστε να επιδείξουν μεγαλύτερη επάρκεια στις αξιολογήσεις κινδύνου. Το νέο σύστημα θα απαιτήσει επίσης μία πιο ενοποιημένη προσέγγιση για την αξιολόγηση των τεχνικών προβλέψεων. Περιληπτικά, η οδηγία αναμένεται να παράσχει: Εναρμόνιση οικονομικών και εποπτικών κεφαλαίων περιλαμβανομένης της παροχής κατάλληλης αναγνώρισης στη διαφοροποίηση των πλεονεκτημάτων εντός των εταιρειών και μεταξύ των θυγατρικών. Ελευθερία τις εταιρείες να επιλέξουν το δικό τους προφίλ κινδύνου και να το αντιστοιχίσουν με ένα κατάλληλο επίπεδο κεφαλαίων. Ένα σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης για τυχόν επιδείνωση της φερεγγυότητας με ενεργή κεφαλαιακή διαχείριση. Με καλύτερη εναρμόνιση των κινδύνων και της διαχείρισης κεφαλαίων, ενθαρρύνοντας τη βελτίωση στην αναγνώριση των κινδύνων και την αντιμετώπισή τους.Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οδηγία θα απλουστεύσει τον τρόπο με τον οποίο οι ασφαλιστικοί όμιλοι εποπτεύονται και θα αναγνωρίσει την οικονομική πραγματικότητα του τρόπου λειτουργίας τους. Η νέα οδηγία θα ενισχύσει τις δυνάμεις της εποπτείας, διασφαλίζοντας ότι οι κίνδυνοι των ομίλων δε θα παραβλεφθούν και θα απαιτηθεί μεγαλύτερη συνεργασία μεταξύ των εποπτικών αρχών. Οι όμιλοι θα είναι σε θέση να χρησιμοποιούν εταιρικά μοντέλα και να επωφελούνται από τα οφέλη της διαφοροποίησής τους.
|
---|