Περίληψη : | Στα πλαίσια της θεωρίας των Άριστων Νομισματικών Περιοχών (ΑΝΠ) προσδιορίστηκαν τα χαρακτηριστικά που θα πρέπει να διαθέτουν τα εν δυνάμει κράτη-μέλη μιας νομισματικής ένωσης, ώστε να καθίσταται βιώσιμη η συμμετοχή στην ένωση. Άριστη καλείται μία νομισματική περιοχή, εντός της οποίας η χρήση ενός κοινού νομίσματος δεν οδηγεί στη μείωση της κοινωνικής ευημερίας στις συμμετέχουσες χώρες. Οι πρωτοπόρες διατυπώσεις της θεωρίας συνέβαλαν σημαντικά στη μελέτη της διεθνούς οικονομίας, εντούτοις, εξαιτίας αρκετών αδυναμιών και περιορισμών του αναλυτικού πλαισίου της, παραγκωνίστηκε για σχεδόν δύο δεκαετίες. Από την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (ΕΟΚ), ήταν έντονη η επιθυμία των ευρωπαϊκών χωρών να δημιουργήσουν μία νομισματική ένωση. Η βελτίωση των οικονομικών μεθόδων και των οικονομικών εργαλείων κατέστησε δυνατή την ποσοτικοποίηση του κόστους και των ωφελειών από τη συμμετοχή σε μία νομισματική ένωση, αναζωπυρώνοντας το ενδιαφέρον γύρω από τη θεωρία των ΑΝΠ. Αποτέλεσμα αυτού, ήταν η κοινή γνώμη να ταχθεί υπέρ των νομισματικών περιοχών, θεωρώντας πως τα οφέλη παραμένουν περισσότερα κατά τη σύμπραξη των ευρωπαϊκών κρατών. Όσο τα σχέδια για την ολοκλήρωση της ΟΝΕ προχωρούσαν, η ανάλυση των εμπειρικών στοιχείων έδειξε ότι η Ευρωζώνη δεν πληροί αρκετά από τα κριτήρια μιας ΑΝΠ. Αυτή η εγγενής αδυναμία υπογραμμίστηκε όταν η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση έπληξε την ΕΕ. Ωστόσο, η σημερινή εμπειρία της κρίσης αφήνει πολλά περιθώρια αμφισβήτησης και αναθεώρησης της θεωρίας η οποία αδυνατέι να δώσει λύσεις. Ο συντονισμός των οικονομικών πολιτικών της ΟΝΕ ενισχύθηκε σημαντικά κατά τη διάρκεια της κρίσης. Προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι προγενέστερες ανισορροπίες και οι διαρθρωτικές αδυναμίες, έγιναν γενναία βήματα προς την περαιτέρω ολοκλήρωση. Οι κοινοί κανόνες, διαδικασίες και θεσμοί σε επίπεδο ΕΕ διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο για την αντιμετώπιση της «κληρονομιάς της κρίσης» και τη διασφάλιση της βιωσιμότητας ολόκληρης της Ένωσης. Η παρούσα εργασία αποτελείται από τέσσερα μέρη. Στο πρώτο μέρος της ανασκόπησης, αναλύονται τα χαρακτηριστικά της θεωρίας των Άριστων Νομισματικών Περιοχών (ΑΝΠ). Στο δεύτερο μέρος, γίνεται μία αναφορά στους στόχους δημιουργίας της ΟΝΕ και τις αδυναμίες της που την κατέστησαν ευάλωτη στην κρίση . Στο τρίτο μέρος, αποδεικνύεται ότι η Ευρώπη δεν αποτελεί μία ΑΝΠ μέσω λεπτομερούς εξέτασης των κριτηρίων, γίνεται κριτική στην ίδια την εφαρμοστικότητα της θεωρίας και παρουσιάζονται στοιχεία για το βαθμό ολοκλήρωσης της ΕΕ. Τέλος, στο τέταρτο και τελευταίο μέρος παρουσιάζονται οι προσπάθειες που έχουν γίνει ώστε να ενισχυθεί ο οικονομικός πυλώνας της Ένωσης και να γίνει συνεκτικότερη.
|
---|